του Γεράσιμου Γεωργάτου,
Μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς
Σε μια πρωτοφανή επίδειξη δύναμης, στις 5 Ιουλίου 2011, η Moody`s υποβίβασε τα πορτογαλικά ομόλογα στην κατηγορία «σκουπίδια» ισχυριζόμενη πως «η Πορτογαλία δεν θα μπορέσει να εξασφαλίσει χρηματοδότηση με βιώσιμα επιτόκια, το δεύτερο τρίμηνο του 2013, όταν θα ξαναβγεί στις αγορές». (Le Quotidien, 5/7/11). Άμεση συνέπεια, η άνοδος του κόστους ασφάλισης των τίτλων (CDS) και των επιτοκίων της ευρωπαϊκής περιφέρειας και απώλειες του ευρώ έναντι του δολαρίου. (Capital.gr, 6/7/11). Έχει προηγηθεί, στις 13 Ιουνίου 2011, η Standard & Poor`s (S&P), τοποθετώντας την Ελλάδα στο κατώτατο σημείο της βαθμολογικής κλίμακας, τη στιγμή μάλιστα που οι υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης συζητούσαν στις Βρυξέλλες ένα σχέδιο διάσωσής της. Επιπλέον, οι οίκοι αξιολόγησης έσπευσαν να δηλώσουν πως ακόμα και η εθελοντική συμμετοχή ιδιωτών στη διαχείριση του ελληνικού χρέους, θα θεωρηθεί εκ μέρους τους «πιστωτικό γεγονός» που θα επιβαρύνει τη θέση της χώρας, με αλυσιδωτές συνέπειες στο σύνολο της ευρωζώνης. Προεξοφλείται μάλιστα ότι, με πιθανότητες τρεις στις τέσσερις, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει μέσα στη επόμενη πενταετία. (The Independent, 30/6/11). Μόλις την προηγούμενη Παρασκευή, 8/7, στο στόχαστρο των οίκων μπήκε η Ιταλία, η τρίτη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, με εκτόξευση του επιτοκίου δανεισμού της, προκαλώντας συναγερμό στην ευρωζώνη. (Ημερησία, 11/7/11). Και όλα αυτά, μετά από διαδοχικά μέτρα και προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, με στόχους που έχουν τεθεί, τουλάχιστον για την Ελλάδα και την Πορτογαλία, από την τρόικα, Ε.Ε-ΕΚΤ-ΔΝΤ. Γιατί;
Γιατί οι τρεις γνωστοί ιδιωτικοί οίκοι - οι δύο αμερικάνικοι, Moody`s και S&P, και η μικρότερη Fitch όπου συμμετέχουν και γαλλικά και αγγλικά κεφάλαια, με έδρα όμως τη Νέα Υόρκη - επηρεάζουν και κατευθύνουν με τις εκθέσεις αξιολόγησης τις τοποθετήσεις των θεσμικών κυρίως επενδυτών σε συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά παράγωγα, σε μια παγκόσμια αγορά παραγωγής χρήματος από χρήμα (casino capitalism), όπου διακινούνται ιλιγγιώδη ποσά, 12πλάσια του παγκόσμιου ΑΕΠ. Οι επενδυτικές αποφάσεις δεν μπορεί παρά να κατευθύνονται σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα με θετική αξιολόγηση, που έχουν δηλαδή «την εμπιστοσύνη των αγορών». Η αξιοπιστία, με βάση την πρόβλεψη και τη διαχείριση του ρίσκου, συμβαδίζει με τα κέρδη.
Η αξιοπιστία των τριών οίκων δέχτηκε εξαιρετικά σοβαρό πλήγμα από την αποτυχία τους να προβλέψουν την κρίση των αμερικάνικων ενυπόθηκων δανείων και την κατάρρευση της Lehman Brothers, το 2008, την οποία αξιολογούσαν θετικά μέχρι τις παραμονές του ξεσπάσματος της κρίσης. Γι` αυτό η Ευρώπη και πρώτα οι πιο αδύναμες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αποτελούν αυτή τη στιγμή το πεδίο βολής των οίκων αξιολόγησης προκειμένου να ανακτήσουν την κλονισμένη αξιοπιστία τους. Σε περίπτωση που η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία κατορθώσουν να διαχειριστούν βιώσιμα και να αποπληρώσουν το χρέος τους, το κύρος τους και η αξιοπιστία τους θα έχει καταρρακωθεί. Αν οι χώρες πτωχεύσουν, θα έχουν καταρρακωθεί οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, η ευρωζώνη και το πολιτικό της προσωπικό, προς θρίαμβο των οίκων αξιολόγησης. Γι` αυτό η αντιπαράθεση είναι αμείλικτη.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι πλειοψηφούσες σήμερα στην Ευρώπη συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις υιοθετούν, με τεράστια βεβαίως καθυστέρηση και διστακτικά, προτάσεις που έχει διατυπώσει πρώτη η αριστερά, όπως το ευρωομόλογο, την αναγκαιότητα και αναπτυξιακών επενδύσεων εκτός της δημοσιονομικής προσαρμογής και τώρα τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οίκου αξιολόγησης, μέτρο σε σωστή κατεύθυνση αλλά από μόνο του απολύτως ανεπαρκές. Γιατί το πρόβλημα δεν λύνεται απλώς με τη δημιουργία και άλλων οίκων, ώστε να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός υπέρ του καταναλωτή - των κρατών στην προκειμένη περίπτωση - και να σπάσει το ολιγοπώλιο των τριών, όπως δήλωσαν οι Μπαρόζο, Σόιμπλε, Τρισέ και άλλοι, σαν να πρόκειται για τις ακτοπλοϊκές γραμμές του νοτίου Aιγαίου. Οι τρεις οίκοι δεν είναι έτσι κι αλλιώς μόνοι τους στον κόσμο. Και οι Κινέζοι έχουν δημιουργήσει τον δικό τους, επονομαζόμενο Dagong Global Rating Agency, ο οποίος σημειωτέον έχει υποβαθμίσει, εντός του 2011, δύο φορές τις ΗΠΑ και την Αγγλία και μία τη Γαλλία, χωρίς όμως καμιά συνέπεια για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, παρά την αυξανόμενη οικονομική και πολιτική ισχύ της Κίνας.
Συνεπώς, η αντιμετώπιση της κρίσης δεν είναι απλά ζήτημα ορθής οικονομικής διαχείρισης και δημοσιονομικού εξορθολογισμού. Αυτό είναι καίριο ειδικά για την πελατειακή και διαπλεκόμενη Ελλάδα. Γενικότερα όμως είναι ζήτημα βαθύτατα πολιτικό και αφορά το κεντρικό ερώτημα, ποιος κατέχει την εξουσία και υπέρ ποιων την ασκεί: τα κράτη με τις εκλεγμένες κυβερνήσεις και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ή οι ιδιωτικοί οίκοι αξιολόγησης και οι παγκοσμιοποιημένες αγορές; Αν τα ευρωπαϊκά κράτη θέλουν να αποφύγουν την ολοκληρωτική υποταγή τους στους οίκους αξιολόγησης και τις αγορές και τη συνεπαγόμενη συρρίκνωση ή και τη διάλυση της ευρωζώνης, η άμεση προώθηση της ενοποιητικής διαδικασίας μοιάζει μονόδρομος, ώστε να γίνουν πραγματικότητα η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, η αξιολόγηση και το πλαίσιο λειτουργίας των οίκων αξιολόγησης, ο ενισχυμένος και αναδιανεμητικός ευρωπαϊκός προϋπολογισμός ή ένα ευρωπαϊκό σχέδιο Μάρσαλ, όπως προτείνει ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ (The Guardian, 6/7/11). Αυτό όμως προϋποθέτει αλλαγή συσχετισμών σε εθνικό και συνολικό ευρωπαϊκό επίπεδο και σύγκλιση των δυνάμεων της αριστεράς με τη σοσιαλδημοκρατία σε μια κοινή συμφωνημένη προγραμματική μεταρρυθμιστική ατζέντα. Γιατί το πολιτικό προσωπικό των 22 συντηρητικών, από τις 27 ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι δυστυχώς κληρονόμοι της παράδοσης της Μάργκαρετ Θάτσερ και όχι του Βίλυ Μπραντ ή του Ζακ Ντελόρ. Οι επερχόμενες εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία, όπως και οι ευρωεκλογές, το 2014, θα είναι καθοριστικές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου