Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

Ομιλία φωτισμένου δασκάλου για την 25η Μαρτίου, κι Αφώτιστου Ανωνύμου

Αυτά τα λόγια απηύθυνα στους μαθητές µου (λέει ο Δάσκαλος), στο 2ο ΕΠΑΛ Αχαρνών, για την επέτειο της 25ης Μαρτίου:


http://www.poiein.gr/archives/9882/index.html


Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

ΜΕΤΩΠΗ στον ΓΚΡΕΜΟ

Ανώνυμος είπε...
ειναι ενα καταπληκτικο μερος το οποιο το βραδυ ειναι απλα τελειο!!!!!
26 Μαρτίου 2010 9:28 μ.μ.


Αγαπητέ/η ανώνυμε/η, πραγματικά με εντυπωσίασε ο ενθουσιασμός σου και πέρασα πάλι από τον γκρεμό. Σε ημερήσιο χρόνο, για να δω το καταπληκτικό και αφήνω γι αργότερα το τέλειο.
Εξακολουθώ να βλέπω την οδογέφυρα και να ακούω τα αυτοκίνητα της.
Από πάνω μου να στέκει η Δραπετσώνα. Αυτή δεν φαίνεται, αλλά το ξέρω ότι είναι εκεί. και από κάτω μου το λιμάνι.
Γιατί είναι καταπληκτικό το μέρος; Και γιατί με αυτά τα λεφτά να μην γινόταν ένα έργο πραγματικής κοινής ωφέλειας;



ΥΓ και το ασανσέρ που λέγαμε ξέχασε το. Τα λοιπά χρήζοντα βοηθείας πρόσωπα δεν θα ξεσκάσουν.

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

Χρόνια πολλά στον πολυχρονεμένο...


Αν… λέμε αν… υπάρχει θεός.

Κι αν… λέμε αν… τον αντιπροσωπεύει η εκκλησία.

Να της δώσει εντολή για την άμεση ανάκληση του αφορισμού της επανάστασης του 1821.

Να της δώσει εντολή να ζητήσει άμεσα συγνώμη από τον Ελληνικό λαό για την στάση της το 1821.

Και επι τη ευκαιρία, να της δώσει εντολή να αρχίσουν να πληρώνουν φόρους στο ελληνικό δημόσιο σαν τους περισσότερους κατοίκους αυτής της χώρας και να 'φήσουν την γκρίνια.


λέμε αν...


πατριδογνωσία εν συντομία (ε' μέρος)

Ήρωες...

Παπαφλέσσας (1788-1825) – Ο Λεωνίδας της Επανάστασης του 1821
Ο Παπαφλέσσας ήταν κληρικός, πολιτικός, φλογερός κι ενθουσιώδης αγωνιστής, ήρωας αλλά και πρωτεργάτης της Eλληνικής Επανάστασης του 1821
Αυτό το κατανοούμε περισσότερο διαβάζοντας την άποψη του ΠΠ Γερμανού γι αυτόν:
«Γρηγόριος τις, Δικαίος λεγόμενος, αλιτήριος, απατεών, εξωλέστατος και ασυνείδητος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίσει την ταραχήν (βλέπε Επανάσταση) του έθνους διά να πλουτίσει εκ των αρπαγών»
Στην Κωνσταντινούπολη το 1818 γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία και έλαβε την κωδική ονομασία «Αρμόδιος».
Στις 23 Μαρτίου (έναρξη της επανάστασης) με τους άλλους αρχηγούς Κολοκοτρώνη, Αναγνωσταρά, Σταματελόπουλο (Νικηταρά), Ηλία Μαυρομιχάλη μπήκε στην Καλαμάτα.
Στη Μάχη στο Μανιάκι στις 20 Μαΐου, 1825 και αφού προδόθηκε εκ των έσω από τον Γ. Κορμά, βρήκε τον θάνατο προβάλλοντας απεγνωσμένη αντίσταση στην λαίλαπα του Ιμπραήμ μαζί με τους λίγους άνδρες που του είχαν μείνει κερδίζοντας το προσωνύμιο Ο Λεωνίδας της Επανάστασης του 1821
Λέγεται ότι ο Ιμπραήμ ζήτησε να του βρουν το κουφάρι του Παπαφλέσσα το οποίο αφού έπλειναν, έστησαν μπροστά του. Ο Ιμπραήμ, αφού «ακίνητος κι άφωνος τον παρετήρησεν ολίγον», θαυμάζοντας το επιβλητικό του παράστημα,γυρνά και λέει αυθόρμητα στους αξιωματικούς του: «Εάν η Ελλάδα είχε κι άλλους σαν τον Παπαφλέσσαν δεν θα μπορούσα ν’ αναλάβω αυτήν την εκστρατείαν» Έπειτα, σύμφωνα με λαϊκές αφηγήσεις, έμεινε πολλή ώρα να κοιτά τον νεκρό Παπαφλέσσα του και κάποια στιγμή, σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του και τον φίλησε στο μέτωπο. Αυτόν, τον «αλιτήριο, απατεών, εξωλέστατο και ασυνείδητο περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίσει την ταραχήν (βλέπε Επανάσταση) του έθνους διά να πλουτίσει εκ των αρπαγών»


Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1790 και δολοφονήθηκε στην Ακρόπολη των Αθηνών στις 5 Ιουνίου του 1825.
Κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 τρεις μεγάλες στρατιωτικές μορφές αναδείχθηκαν στους κόλπους των επαναστατών. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Και οι τρεις σπουδαίοι πολέμαρχοι εκδιώχθηκαν, αφορίστηκαν και φυλακίστηκαν, ενώ οι δύο πρώτοι δολοφονήθηκαν απ’ το νεο κράτος του 1821.
Η οικογένεια του είχε βρει καταφύγιο στα Επτάνησα μετά τον θάνατο του πατέρα του. Εκεί ο Οδυσσέας απέκτησε την στοιχειώδη μόρφωση σε αντίθεση με άλλους κλεφταρματωλούς. Καλλιέργησε τα Ελληνικά του και έμαθε ακόμα πολύ καλά τα Αρβανίτικα και τα Ιταλικά. Παράλληλα επηρεάστηκε απ’ την κινητικότητα των ιδεών του Γαλλικού και Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Από επιστολές φαίνεται, ότι γνώριζε και θαύμαζε τους Έλληνες φιλόσοφους και ήρωες της Αρχαιότητας και κατείχε σημαντικές γνώσεις της Ελληνικής Ιστορίας. Το όνομά του άλλωστε δείχνει την αγάπη της οικογένειάς του για την αρχαία Ελλάδα. Υπήρξε λάτρης της Ελληνικής Κλασικής Παιδείας.
Η μητέρα του Ακριβή Τσαρλαμπά ήρθε με τον γιο της στα Γιάννενα. Εκεί έγραψε τον Οδυσσέα στο τάγμα των Μπεκτασήδων Δερβίσηδων. Οι Μπεκτασήδες αποτελούσαν ένα ανεξίθρησκο τάγμα, όπου ο καθένας μπορούσε να μαθητεύσει μαζί τους χωρίς να είναι αναγκασμένος να προσηλυτιστεί στον μωαμεθανισμό. Αυτό υπήρξε μία αφορμή για τους μετέπειτα ιστορικούς της Ρωμιοσύνης να κατηγορήσουν τον Οδυσσέα για εκτουρκισμό.
Διδάσκαλός του εκεί υπήρξε ο διάσημος Ψαλλίδας, που τον έκανε ν’ αποκτήσει πλέον φωτισμένη συνείδηση του Ελληνισμού και τον μύησε στην Φιλική Εταιρεία το 1819. Παράλληλα διδάχθηκε την πανουργία, την σκληρότητα και την καχυποψία που επικρατούσε στο σαράι. Έμαθε επίσης να είναι ανελέητος στους εχθρούς του. Ποτέ δεν είχε πάψει να δείχνει συμπόνια για τον φτωχό λαό και περιφρόνηση στους κοτζαμπάσηδες και στους παπάδες. Πάνω απ’ όλα όμως ήταν πατριώτης σύμφωνα με τους όρκους που είχε δώσει κατά την εισδοχή του στην Φιλική Εταιρεία. Ο σκοπός της ζωής του υπήρξε η λευτεριά του γένους σε ένα κράτος πραγματικά δημοκρατικό. Αν οι κοτζαμπάσηδες θα ήθελαν να ακολουθήσουν θα ήταν δεκτοί, αλλιώς θα γίνονταν στόχοι γι’ αυτόν όπως και οι Τούρκοι. Το δημοτικό τραγούδι μελοποίησε την ακατάπαυστη πάλη του λαϊκού αγωνιστή κατά των κοτζαμπάσηδων: «Προς σας άρχοντες της Λειβαδιάς προς σας κοτζαμπασήδες, γρήγορα το μουρασελέ λουφέ στα παληκάρια. Βάζω φωτιά στην χώρα σας και καίω τα σαράγια, καπνίζω τις κυράδες σας και τις αρχόντισσές σας»
Απ’ όλους τους οπλαρχηγούς, που βγήκαν απ’ το φυτώριο της αυλής των Ιωαννίνων ο Οδυσσέας υπήρξε ο πιο μορφωμένος. Ταυτόχρονα η στρατιωτική αγωγή της αυλής τον έκανε εμπειροπόλεμο και δεινό μαχητή. Η σωματική του ρώμη, η ευφυΐα του, η ανδρεία του και το στρατιωτικό ταλέντο, που κληρονόμησε απ’ τον ήρωα πατέρα του τον ανέδειξαν σε κορυφαία προσωπικότητα της εποχής του.
Έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821, παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για τον θάνατο του φίλου του, Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Κατά τα τέλη του 1821 ανακηρύχθηκε από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.
Ο Οδυσσέας στάθηκε ανελέητος απέναντι στους προσκυνημένους και στους παπάδες, όπως με τον αρχιμανδρίτη Παπαναστάση που τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια, τον Δημήτρη Μπεγιατζή, έναν άλλο παπά συνεργάτη του Ομέρ πασά της Εύβοιας που τον έθαψε ζωντανό. Εξίσου τραγική ήταν η τύχη του Ηλία Πασπάτη πράκτορα του Ομέρ Βρυώνη, που γύριζε στα χωριά κάνοντας προπαγάνδα, για να υπογράψουν οι χωρικοί τα προσκυνοχάρτια του πατριάρχη στον σουλτάνο. Αλλά και σε κρούσματα ληστείας μεταξύ Ελλήνων υπήρξε το ίδιο ανελέητος. Αποτέλεσμα αυτής της σκληρής πολιτικής ήταν το σβήσιμο του κινήματος των προσκυνημένων και η εξαφάνιση των ληστών. Ο ανδρείος μα και σκληρός Οδυσσέας ήταν πλέον ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Ρούμελης και ο αρχηγός των απελευθερωτικών στρατευμάτων της Ανατολικής Στερεάς.
Τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν αποτέλεσαν έναν ανελέητο αγώνα εναντίον του με σκοπό την ολοκληρωτική εξόντωσή του απ’ τους κοτζαμπάσηδες, τον κλήρο, και τους κυβερνητικούς του νέου Ρωμαίικου κράτους που τον έβλεπαν πλέον ως έναν τεράστιο κίνδυνο. Πολλές επίσημες κρατικές επιστολές και διατάγματα υπογράφηκαν και στάλθηκαν κατά του Ανδρούτσου που τον χαρακτήριζαν συνεχώς τουρκολάτρη, δωροδοκημένο, αιμοδιψή, κακούργο, ανίκανο στρατιωτικά, υπογεγραμμένα από τους ταγούς του Ρωμαίικου κατεστημένου και το νέο όργανο εξουσίας τον Άρειο Πάγο.
Γράφει ο Μακρυγιάννης στα Απομνημονεύματά του: «Είχαν πάθος με τον Δυσσέα κι αποφάσιζαν οι καλοί πατριώτες δια την ιδιαιτέρα διχόνοιαν με ένα άτομο να χαθούνε τρεις χιλιάδες στράτευμα περίπου. Και η πατρίς αυτό το στράτευμα μόνον είχε εις την εξουσίαν της…Και σαν χάνονταν αυτείνοι ποιοι θα πολεμούσαν τους Τούρκους;» (Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα» Τόμος Β΄, σελ.55).
Στις 22 Ιουνίου του 1822 η Ρούμελη συγκλονίστηκε από μία ακόμα βαριά είδηση. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος είχε επίσημα αφοριστεί. Ο αφορισμός είχε κοινοποιηθεί και τοιχοκολληθεί απ’ τον υπουργό της θρησκείας (!) δεσπότη Ιωσήφ Ανδρούση, τοιχοκολλήθηκε δε απ’ τις άκρες της Στερεάς Ελλάδας μέχρι και την Κόρινθο. Ο Οδυσσέας αναθεματίστηκε απ’ την Εκκλησία ως «άθεος, βλάσφημος, καταραμένος, τουρκολάτρης και αντίχριστος δια τις πράξεις του». Όποιος δε χριστιανός θα τον πλησίαζε θα γινόταν κι αυτός «αμαρτωλός και επικαταράτος» και από εδώ και στο εξής «δεν θα λογαριάζεται ως Χριστιανός παρά ως Μπεκτασής Δερβίσης».
Μετά τις επιτυχίες του στην μάχη εναντίον των στρατευμάτων ανεφοδιασμού του Δράμαλη και την καταστροφή της στρατιάς του στην Πελοπόννησο στέφθηκε απ’ τους οπλαρχηγούς κι όχι απ’ την Πολιτεία, ξανά αρχιστράτηγος της Ανατολικής Στερεάς και τοπάρχης των Αθηνών. Ο Οδυσσέας οργάνωσε την άμυνα της πόλεως και ζήτησε να φέρει στην Αθήνα τον Αδαμάντιο Κοραή και τον Νεόφυτο Βάμβα για ν’ αναβαθμίσουν την παιδεία των Αθηναίων. Έβαλε σε λειτουργία δύο σχολεία και σχεδίαζε να ιδρύσει Πανεπιστήμιο παρά τις αντιδράσεις της Εκκλησίας. Τον Αύγουστο του 1823 εξέδωσε την Εφημερίδα των Αθηνών.
Ο Τ. Λάππας στο έργο του «Οδυσσέας Ανδρούτσος» γράφει: «Δεν μπορεί κανείς ν’ αρνηθεί πως ο Οδυσσέας ήταν ένα φωτεινό μυαλό, ένας άνθρωπος που ξεπερνούσε κατά πολύ την εποχή του» (σ.196). Λόγω όμως των διώξεων που ακολούθησαν το πνευματικό έργο του δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Ενώ ο Μοριάς παραδιδόταν αμαχητί στον Ιμπραήμ στις 20 Φεβρουαρίου η κυβέρνηση εξέδιδε διάταγμα για εξαπόλυση μεγάλης στρατιωτικής εκστρατείας 6.000 ανδρών και 12 πλοίων με αρχηγό τον Γκούρα εναντίον του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην Ρούμελη, με σκοπό την οριστική εξόντωσή του. Η επιχείρηση ονομάστηκε «Κακοδυσσέως η πανήγυρις»!
Ο Οδυσσέας παραδόθηκε αμαχητί στον παλιό του φίλο Γκούρα και μεταφέρθηκε ως αιχμάλωτος στο μοναστήρι του αγίου Σεραφείμ στον Ελικώνα Από εκεί μεταφέρθηκε οδικώς στο φρούριο της Αθήνας, για να μην δραπετεύσει.
Την νύχτα της 5ης Ιουνίου του 1825 με εντολή του πρώην αδελφικού φίλου του Οδυσσέα Γκούρα, οι Μήτρος Τριανταφυλίνας ο Παπακώστας Τζαμάλας ο Γιάννης Μαμούρης και ένας παπάς αγνώστων στοιχείων έγιναν οι δήμιοι του . Μετά από ώρες κακοποίησης κι ενώ οι άλλοι τον ακινητοποίησαν ο ανελέητος παπάς εφάρμοσε την μέθοδο του στριψίματος των όρχεων.. ακολούθησε ένα ουρλιαχτό πόνου ένα βογκητό σπαρακτικό και μία σειρά από αναστεναγμούς. Ο Οδυσσέας άφησε την τελευταία του πνοή. Τότε τον έδεσαν από ένα σχοινί και τον πέταξαν πάνω απ’ το φρούριο για να φανεί σαν ατύχημα. Η δολοφονία καλύφτηκε από την Αστυνομία με την ψεύτικη έκθεση του Ιατροδικαστή για δήθεν ατύχημα.
Στην επίσημη Ιστορία σχετικά με την σύλληψη και δολοφονία του Ανδρούτσου μαθαίνουμε: «Οι συνεχείς του κόντρες με τους προύχοντες είχαν ως αποτέλεσμα να πέσει σε δυσμένεια και να αρχίσει να συνεννοείται με τους Τούρκους, αντιλαμβανόμενος όμως το λάθος του παραδόθηκε στο πάλαι ποτέ, πρωτοπαλίκαρο του, Γκούρα, ο οποίος τον μετέφερε στην Ακρόπολη φυλακίζοντάς τον μέσα στον παλιό φράγκικο πύργο του Γουλά.
Στις 5 Ιουνίου του 1825, θύμα και αυτός του Εμφύλιου πολέμου, δολοφονήθηκε στην Ακρόπολη, όπου είχε φυλακιστεί, ύστερα από εντολή του Γιάννη Γκούρα. Εκτελεστικά όργανα της δολοφονίας ήταν οι Ιωάννης Μαμούρης, Παπακώστας Τζαμάλας, Μήτρος της Τριανταφυλλίνας και ο στρατιώτης Θεοχάρης από το Λιδωρίκι.»
Δηλαδή έχουμε επίσημη συκοφαντία και αφαίρεση –για καλό και για κακό- της συμμετοχής ενός παπά στην δολοφονία του.
Σ’ ένα απόσπασμα μιας επιστολής του Οδυσσέα που έστειλε στον Βρεταννό συνταγματάρχη Στάνχωπ φαίνεται η ακραία απελπισία του αλλά και η ωμή αλήθεια γι’ αυτό που έμελλε να συντελεστεί: «…Σας λέγω δε, ότι προς ασφάλειαν της ζωής μας ως τελευταίον καταφύγιον δεν έχομεν άλλο μέσον παρά να προσπέσωμεν εις το έλεος των Τούρκων, τόσον ημείς όσο και ο ατυχέστατος λαός της Ελλάδος, όστις φεύγων απ’ τον έναν ζυγόν και βλέπων ότι θα πέσει εις χειρότερον, προτιμά τον πρώτον από τον δεύτερον». Διαβλέπει δηλαδή ότι το Ρωμαίικο κράτος δυνάστης, που φτιαχνόταν ήταν χειρότερο του Τουρκικού! Παρόμοια διαπίστωση με αυτή του άλλου μεγάλου Έλληνος του Αδαμαντίου Κοραή: «Ω! ταλαίπωρη Ελλάς δεν ανέστης εκ του τάφου, απλώς ήλλαξες τάφον, απ’ τον Τουρκικόν εις τον Χριστιανικόν».

...πρωταγωνιστές...

Διαφωτισμός
Ο Διαφωτισμός αποτελεί σημαντικό πνευματικό κίνημα που τοποθετείται στα μέσα του 18ου αιώνα, τον οποίο οι ίδιοι οι Γάλλοι Διαφωτιστές απεκάλεσαν «Siècle des lumières», θεωρώντας εαυτούς ως φωτοδότες.
Οι διαφωτιστές πρέσβευαν τον ορθολογισμό και την πίστη στην πρόοδο, αξιώνοντας αλλαγές σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δράσης, στους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς, την οικονομία, την εκπαίδευση και τη θρησκεία. Τάχθηκαν υπέρ της ατομικής ελευθερίας και ενάντια στην τυρρανική διακυβέρνηση και την καταπίεση που ασκούσε η Εκκλησία.
Ο Διαφωτισμός μεταδόθηκε μεσω των παροικιών και στον υπόδουλο Ελληνισμό, με κάποια όμως καθυστέρηση λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν στις τουρκοκρατούμενες ελληνικές περιοχές
Αναπτύχθηκε και εδώ έντονη πνευματική δραστηριότητα γύρω από θεμελιώδεις ιδέες οπως ελευθερία, δικαιοσύνη, ανεξιθρησκεία, αρετή, επιστήμη, με αντικειμενικό σκοπό το φωτισμό των υπόδουλων Ελλήνων, ώστε αυτοί να διεκδικήσουν την απελευθέρωσή τους. Παράλληλα εκείνο το διάστημα ιδρύθηκαν σχολεία, εκδόθηκαν βιβλία, μελετήθηκαν οι θετικές επιστήμες.
Σημαντικοί εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού είναι μεταξύ άλλων ο Ευγένιος Βούλγαρις, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, οι συγγραφείς της Νεωτεριστικής Γεωγραφίας Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς, και ο ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας. Κορυφαίοι όμως αναδείχθηκαν ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαμάντιος Κοραής.
Βασικά χαρακτηριστικά του Διαφωτισμού
-Η σκέψη και η αμφισβήτηση είναι αρετές
-Ανεξιθρησκεία
-Οι πολίτες αναζητάνε οικονομικές αλλαγές που θα τους φέρουν στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής
-Οι αριστοκράτες και ο βασιλιάς παύουν να μονοπωλούν την κοινωνική, πολιτική και καλλιτεχνική ζωή
-Το "καλό" και το "λογικό" γίνονται ισάξια
-Ελευθερία αντί απολυταρχίας, ισότητα αντί ταξικών διαφορών, επιστήμη αντί δεισιδαιμονιών και προκαταλήψεων, ανεξιθρησκεία αντί δογματισμού
-Η ελευθερία και η αυτονομία ισχύουν και για την λογοτεχνία (παύει πλεόν να εξυπηρετεί συμφέροντα αριστοκρατών και βασιλιάδων)
-Η σοφία και η εξυπνάδα είναι αρετές
-Η δημοκρατία είναι το ιδανικό πολίτευμα
-Όλοι οι άνθρωποι γεννήθηκαν και παραμένουν ίσοι και ελεύθεροι


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ Ἤτοι Λόγος περὶ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Συντεθείς τε καὶ τύποις ἐκδοθεὶς ἰδίοις ἀναλώμασι πρὸς ὠφέλειαν τῶν Ἑλλήνων
ΠΑΡΑ ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ
Ἐν Ἰταλίᾳ. 1806.
ΣΤΟΧΑΣΟΥ, ΚΑΙ ΑΡΚΕΙ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑ
Το βιβλίο χωρίζεται σε 5 μέρη.
Στο Α΄ μέρος, αφού μιλάει για την ανθρώπινη ευτυχία, επηρεασμένος από τους διαφωτιστές του 18ου αιώνα – υμνεί τα ελεύθερα πολιτεύματα και στιγματίζει τα καθεστώτα της δουλείας. Τονίζει επίσης την ανάγκη για τους Έλληνες να μάθουν την πολεμική τέχνη, την «επιστήμη των αρμάτων», όπως την ονομάζει. Περιγράφει ύστερα τις ιδιότητες, που πρέπει να ‘ναι προικισμένος ένας αρχιστράτηγος, δεν παραλείπει να αναφέρει προβλήματα ταχτικής και τέλος σκορπίζει την πεποίθηση στην ικανότητα των Ελλήνων να αποτινάξουν τον ξένο ζυγό (ας σημειωθεί εδώ ότι πρώτος ο «Ανώνυμος» χρησιμοποιεί συνειδητά τον όρο «Έλληνες»).
Στο Β΄ μέρος – «Τύραννοι και δούλοι», ξετινάζει τα μοναρχικά καθεστώτα, εξευτελίζοντας και γελοιοποιώντας τους μονάρχες. Ψάχνει να βρει τις αιτίες των «άδικων», όπως τους λέει, πολέμων, -σε αντίθεση με τους «δίκαιους».
Στο Γ΄ μέρος – «Η Ελλάδα στα δεσμά της», περιγράφει πολύ παραστατικά την εκμετάλλευση της αγροτιάς, των χειροτεχνών, των νοικοκυρέων και των πραματευτών.
Το Δ΄ μέρος αρχίζει με τα αίτια, που συντηρούνε τη σκλαβιά και που είναι: «το αμαθές ιερατείον και η απουσία των αρίστων συμπολιτών» που ζούνε στο εξωτερικό. Συνεχίζει με επίθεση στους πλούσιους: «Διατί ο πλούσιος να τρώγη, να πίνη, να κοιμάται, να ξεφαντώνη, να μην κοπιάζη και να ορίζη, ο δε πτωχός να υπόκειται, να κοπιάζη, να δουλεύη πάντοτε, να κοιμάται κατά γης, να διψά και να πεινά;». Αμείλιχτος είναι για τους κληρικούς -εξαιρώντας βέβαια τους τίμιους και αγνούς, που κατά τον «Ανώνυμο» είναι λίγοι. Τους κατηγορεί ότι είναι κύριοι υπεύθυνοι για τη διαιώνιση της σκλαβιάς επειδή διδάσκαν στο λαό ότι «ο Θεός μας έδωσεν την τυραννίαν εξ αμαρτιών μας και πρέπει, αδελφοί, να την υποφέρωμεν με καλήν καρδίαν και χωρίς γογγυσμόν, και να ευχαριστηθώμεν εις ό,τι κάμνει ο Θεός», γιατί «όν αγαπά Κύριος παιδεύει». Και ρωτάει ο συγγραφέας αγαναχτισμένος: «Πως θέλεις, λοιπόν, να εξυπνήσουν οι Ελληνες από την ομίχλη της τυραννίας;» και συνεχίζοντας ξεσκεπάζει και ξετινάζει τη θαυματοκαπηλεία, τη λειψανοκαπηλεία, τη συναλλαγή και τη ληστεία των καλογέρων σε βάρος του λαού. Τους καλόγερους τους υπολογίζει σε 100.000!
Ύστερα έρχεται στη δεύτερη αιτία της σκλαβιάς, τον ξενιτεμό, και κατηγορεί πολλούς ξενιτεμένους ότι ξέχασαν ή πρόδωσαν την Ελλάδα, τονίζει ότι η απουσία τους αφανίζει την Ελλάδα και τους καλεί όλους, με λόγια συγκινητικά, να γυρίσουν στην Ελλάδα.
Στο Ε΄ βιβλίο – «Η ανάσταση του γένους», αποδείχνει ότι είναι δυνατή η απελευθέρωση με μόνες τις δυνάμεις του Εθνους. Αφού χτυπάει τη μικροψυχία των Φαναριωτών, αναφέρει τις αιτίες που κάνουν δυνατή την εθνική αντίσταση. Πρώτη είναι ο φωτισμός, η διαφωτιστική αναγέννηση, που πρέπει να γίνει πάνω σε λαϊκές και όχι σε σχολαστικές, καλογερίστικες, βάσεις, που εμποδίζουν την αποτίναξη του ζυγού. «Ω, πόσον ταχύτερα και ευκολότερα ήθελε φωτισθώσιν οι παίδες των Ελλήνων, αν οι παραδόσεις των επιστημών εγίνοντο εις την απλήν μας διάλεκτον!». Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι ο «Ανώνυμος» γράφει πως η απελευθέρωση του Ελληνισμού θα φέρει και την αναγέννησή του και όχι η αναγέννηση την απελευθέρωση, όπως πίστευε ο Κοραής. Επίσης πρέπει να τονιστεί ότι απουσιάζει ο Μεγαλοϊδεατισμός και καταδικάζεται ο βυζαντινός σκοταδισμός. Δεύτερη πηγή δύναμης για την επανάσταση: Οι Κλέφτες, που το ήθος και η πολεμική τους αξιωσύνη είναι αξεπέραστα. Τρίτο, η κλίση του λαού στ’ άρματα. Τέταρτο, η ασύγκριτη ηθική υπεροχή μας απέναντι στους εχθρούς μας. «Μη σας φοβίσουν τα μέσα, ό,τι λογής και αν είναι». «Η τυραννία των Οθωμανών αύξησεν τόσον, οπού μόνη της προδεικνύει τον αφανισμόν της». «Το τέλος των τυράννων, είναι, αδελφοί μου, πασίδηλον». «Ω, Ελληνες! Οι ποταμοί αίματος των συγγενών και φίλων μας, εχύθησαν από το οθωμανικόν σπαθί, ζητούσιν εκδίκησιν». «…Κάθε μικρά αναβολή είναι επιζήμιος καταπολλά …». Και τελειώνει με λόγια γεμάτα πίστη, αισιοδοξία και πρόσκληση στον αγώνα.

Δεν ξέρουμε αν η «Νομαρχία» κυκλοφόρησε πλατιά στην εποχή της και διαβάστηκε από τους σκλαβωμένους Έλληνες, είτε απ’ αυτούς που ζούσαν στο εξωτερικό. Ο «Ανώνυμος» στο τέταρτο βιβλίο του γράφει αυτά τα προφητικά λόγια: «Ω, πόσον ταχέως θέλει ρίψουσιν εις το πυρ τούτο μου το βιβλιάριον όσοι φοβούνται το φως της αληθείας!». Και φυσικά ήταν επόμενο να καταδιωχθεί και να καεί ένα τόσο προοδευτικό, επαναστατικό βιβλίο όχι μόνο από τους αντιδραστικούς της εποχής του, αλλά και από τους τοκογλύφο-κοτζαμπάσηδες, που κυβέρνησαν και μετά το ‘21 την Ελλάδα. Γι’ αυτό και ένα τόσο άξιο μνημείο της νεοελληνικής ιστορίας και φιλολογίας καταχωνιάστηκε και έμεινε ανέκδοτο ως το 1949 ενώ εκδόθηκαν τόσες και τόσες ασήμαντες φυλλάδες. Και οι σπουδαιοφανείς αστοί ιστορικοί της Νεοελληνικής λογοτεχνίας στις Ιστορίες τους αφιερώνουν μόνο λίγες σειρές για τη «Νομαρχία».
Φαίνεται όμως ότι στην εποχή του το βιβλίο εξάσκησε μεγάλη επίδραση και ίσως στάθηκε ο βασικός εμπνευστής και καθοδηγητής της Φιλικής Εταιρείας, που έκανε δικές της τις ιδέες της «Νομαρχίας» και στήριξε την απελευθέρωση της Ελλάδας στις λαϊκές δυνάμεις του έθνους. Πολλοί επίσης υποστηρίζουν ότι το βιβλίο αυτό βοήθησε αρκετά τον Κάλβο, το Σολωμό και άλλους. Γενικά στους Έλληνες του εξωτερικού η επίδρασή του πρέπει να ήταν τότε πολύ μεγάλη. Και σήμερα χρειάζεται μια νέα έκδοση, απλή, μ’ ένα σύντομο πρόλογο και χωρίς μερικά ανιαρά πια για την εποχή μας κομμάτια του.

Το έτος 1798 ο κορυφαίος των Ελλήνων διαφωτιστών, Αδαμάντιος Κοραής, εξέδωσε το περίφημο κείμενό του «Αδελφική Διδασκαλία», προκειμένου να αντικρούσει απόψεις που κυκλοφόρησαν σε φυλλάδιο με την υπογραφή του πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμου υπό τον τίτλο «Διδασκαλία Πατρική». Σ’ αυτό διατείνονταν ότι «η μοναρχία και αν ήθελε είναι τυραννική, είναι όμως αιρετωτέρα παρά την δημοκρατίαν» και διέπραττε «την φρικτήν βλασφημίαν ονομάζων τον Σουλτάνον “πρύτανιν των αγαθών”», αντιλέγοντας:
«Ας μας ειπή ο φιλόσοφος αυτός αν ευρίσκεται ή ευρέθη πού ποτε καμμία δημοκρατία, αριστοκρατία, βασιλεία ή και τυραννία οποιαδήποτε άλλη, όπου εχύθη τοσούτον αθώον αίμα, όσον έχυσαν μέχρι του νυν οι Τούρκοι. όπου επράχθησαν τοσαύται αρπαγαί, ληστείαι, καταδυναστείαι γυναικών, παρθένων και παίδων βίαι, όσαι πράττονται κατά πάσαν ώραν εις την οθωμανικήν επικράτειαν (…) Όσα κακά συκοφαντών αναιδώς προσάπτει εις τα νεωστί ελευθερωθέντα της Ευρώπης έθνη, ευρίσκονται πραγματικώς όλα εις την τουρκικήν επικράτειαν»
...και εχθροί
Ομερ Βρυώνης,
Μεγάλωσε στην αυλή του Αλή Πασά στα Ιωάννινα.
Τελικά όμως, προβλέποντας την ήττα του Αλή, τον πρόδωσε και ανταμείφθηκε με το πασαλίκι του Βεράτιου.
Μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης πήρε εντολή να κατεβεί στην ανατολική Ελλάδα, να καταπνίξει την επανάσταση της περιοχής και να συνεχίσει προς την Πελοπόννησο. Έφυγε από τα Ιωάννινα στις 9 Απριλίου 1821 και προσπάθησε να συνθηκολογήσει με μερικούς οπλαρχηγούς, αλλά απέτυχε. Μετά απ' αυτό διέλυσε σε μάχη τα τμήματα του Δυοβουνιώτη και Πανουργιά στη Χαλκομάτα και του Αθανασίου Διάκου στην Αλαμάνα τον οποίο, αφού αιχμαλώτισε, σούβλισε. Στη συνέχεια προχώρησε προς την Άμφισσα, για να περάσει με πλοία στην Πελοπόννησο. Αλλά στο Χάνι της Γραβιάς συνάντησε αντίσταση από τμήματα Ελλήνων με αρχηγό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο τα οποία τελικά νίκησε, αλλά φοβήθηκε να προχωρήσει στην Πελοπόννησο
Μετά την πτώση του Σουλίου, οι Τούρκοι με αρχηγούς Κιουταχή και Βρυώνη πολιόρκησαν το Μεσολόγγι. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα κυρίευσης, τη νύκτα των Χριστουγέννων 1822, έλυσαν την πολιορκία κι αυτό προκάλεσε τη δυσμένεια του σουλτάνου

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

πατριδογνωσία εν συντομία (δ' μέρος)

ήρωες...

Αθανάσιος Διάκος

Γεννήθηκε γύρω στο 1788 (σύμφωνα με άλλη εκδοχή το 1782)

Το 1814 γνωρίστηκε με τον Οδυσσέας Ανδρούτσος ο οποίος έπεισε τον Αλή πασά να μην εκτελέσει φιρμάνι για την εκτέλεση του Διάκου, τουναντίον να τον εντάξει στο σώμα των «Τσοχανταρέων» (σωματοφυλάκων), στο οποίο προΐστατο ο ίδιος ο Ανδρούτσος. Στα τέλη του 1818, ο Διάκος γίνεται πρωτοπαλίκαρο του Ανδρούτσου και μέλος της Φιλικής Εταιρίας, ενώ άρχισαν την προετοιμασία της Επανάστασης στη Λιβαδειά

Τον Απρίλιο του 1821 σε συνεργασία με άλλους οπλαρχηγούς κατέλαβε το φρούριο της Λιβαδειάς και χρησιμοποιώντας το σαν ορμητήριο, έδωσε πολλές νικηφόρες μάχες. Κατέλαβε την γέφυρα της Αλαμάνας και στις 22 Απριλίου 1821 έδωσε μάχη με τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη. Στη μάχη αυτή συνελήφθη και αφού μεταφέρθηκε στη Λαμία σουβλίστηκε από τους Τούρκους και κάηκε στις 24 Απριλίου 1821.

Γεώργιος Καραϊσκάκης (1872-1827)

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ή Καραΐσκος, αποτελεί μια από τις πιο θρυλικές μορφές της Επανάστασης του 1821. Υπήρξε αρχικά Αρματολός και στην συνέχεια αρχιστράτηγος της Ρούμελης (Στερεά Ελλάδα) κι ένας εκ των κορυφαίων στρατηγών του Αγώνα.

Ο Καραϊσκάκης γίνεται περισσότερο γνωστός μετά την ενηλικίωσή του. Νεαρός έπεσε στα χέρια του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, όπου και φυλακίσθηκε για παράνομες πράξεις, εκεί όμως έμαθε και κάποια γράμματα. Έτσι αρχικά υπηρέτησε στην αυλή του Αλή Πασά μέχρι που λιποτάχτησε και πήγε στον Κατσαντώνη όπου και έγινε το πρωτοπαλίκαρό του. Δίπλα στον Κατσαντώνη, ο Καραϊσκάκης έμαθε τα μεγάλα μυστικά του ανταρτοπόλεμου. Μετά τον θάνατο του Κατσαντώνη ο Καραϊσκάκης και οι λίγοι Κλέφτες που είχαν απομείνει προσκύνησαν τον Αλή πασά, όπου και διέμειναν στην αυλή του ακολουθώντας τον στις διάφορες εκστρατείες του.

Όταν το καλοκαίρι του 1820 πολιορκήθηκε ο Αλή Πασάς από τα σουλτανικά στρατεύματα, ο Καραϊσκάκης παρέμεινε μαζί του και αγωνίσθηκε υπέρ του.

Κατά τους πρώτους μήνες του 1821 προσπάθησε να εξεγείρει σε επανάσταση κατά των Τούρκων την περιοχή της Βόνιτσας, στην αρχή ανεπιτυχώς διότι οι προύχοντες της περιοχής θεωρούσαν πως δεν ήταν ακόμη κατάλληλος ο καιρός. Στη συνέχεια πήγε στα Τζουμέρκα όπου εκεί ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία διαδόθηκε πολύ γρήγορα στις όμορες επαρχίες και από εκεί στο Μακρυνόρος όπου και συμμετείχε ο ίδιος στις εκεί συμπλοκές.

Το 1822 ήλθε σε έντονες προστριβές με τον Γιαννάκη Ράγκο που αξίωνε και αυτός την αρχηγία των Αγράφων… ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (ένας πανούργος φαναριώτης, που εκδιώχτηκε από τον Κολοκοτρώνη από το Ναύπλιο, ο οποίος τον απείλησε λέγοντάς του «μην καθίσεις πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες») δεν τον δέχθηκε, από αντιζηλία για τις ικανότητες του Καραϊσκάκη. Οι Τζαβελαίοι αλλά και άλλοι οπλαρχηγοί ήταν υπέρ του, ενώ εναντίον του ήταν μόνο ο Μαυροκορδάτος που ηθελημένα παραγνώριζε τον ήρωα προκειμένου να υποστηρίζει τον περί αυτόν Γιαννάκη Ράγκο… Ο Μαυροκορδάτος κατηγόρησε τον Καραϊσκάκη μετά ομολογίας του Κωνσταντίνου Βουλπιώτη (ο οποίος ήταν άνθρωπος του Ράγκου), που είχε μεταβεί στα Γιάννενα ότι: «ο γιος της καλογριάς είχε στείλει επιστολή στον Ομέρ Βρυώνη με την υπόσχεση να του παραδώσει το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό». Έτσι διόρισε επιτροπή προκειμένου να εξετάσει την «αποκάλυψη προδοσίας»… Στις 30 Μαρτίου 1824 συστάθηκε επιτροπή. Ο Μαυροκορδάτος όρισε πρόεδρο της εισαγγελικής επιτροπής τον άνθρωπο του επίσκοπο Πορφύριο από την Άρτα. Η δίκη παρωδία έγινε στην εκκλησία της Παναγίας στο Αιτωλικό που χρησίμευσε σαν δικαστήριο. Ο επίσκοπος Πορφύριος ανήγγειλε τις κατηγορίες και κάθε μία απ’ αυτές οδηγούσε τον Καραϊσκάκη στο εκτελεστικό απόσπασμα… Τελικά η απόφαση ήταν καταδικαστική κηρύσσοντας τον Καραϊσκάκη επίβουλο κατά της πατρίδας και ένοχο προδοσίας, αλλά η ποινή που του επιβλήθηκε, της επί τόπου εξορίας του, ήταν πολύ μικρή σε σχέση με τις βαρύτατες κατηγορίες που τον βάρυναν. Γιατί ύστερα απ’ την επαίσχυντη δολοφονία του Ανδρούτσου απ’ τους καθεστωτικούς ο Καραϊσκάκης είχε πάρει τα μέτρα του, φροντίζοντας να έχει μέσα και γύρω απ’ την εκκλησία-δικαστήριο εξακόσιους αρματωμένους άνδρες αφοσιωμένους προς αυτόν, έτοιμους να τον προστατεύσουν ανά πάσα στιγμή με τη ζωή τους….

Τελικά στις 25 Ιουνίου 1824 κατέφυγε στο Ναύπλιο όπου η Κυβέρνηση του αναγνώρισε όλους τους βαθμούς και τα αξιώματά του.

Αμέσως μετά την αποκατάστασή του ο Καραϊσκάκης διατάχθηκε από την Κυβέρνηση να εκστρατεύσει στην Ανατολική Στερεά επικεφαλής 300 μισθωτών

Στις 17 Ιουνίου 1826 ο Καραϊσκάκης μαζί με πολλούς από εκείνους του μαχητές επιστρέφει στο Ναύπλιο, καθόσον η Επανάσταση ήδη στη Δυτική Στερεά είχε σβήσει και στην Ανατολική μόνο η Ακρόπολη των Αθηνών, η Κάζα και τα Δερβενοχώρια κατέχονταν από τους Έλληνες.

Στις 19 Ιουλίου 1826 ο Καραϊσκάκης επικεφαλής 680 περίπου ανδρών ξεκίνησε από το Ναύπλιο για την Στερεά στην οποία είχε εισβάλει ο Ομέρ Πασάς (της Καρύστου) και ο Κιουταχής (από Θήβα). Πολύ σύντομα ο Κιουταχής, ένεκα της στρατιωτικής δεινότητας του Καραϊσκάκη, βρέθηκε από πολιορκών σε θέση πολιορκούμενου.

…Στις 23 Φεβρουαρίου 1827 ο Καραϊσκάκης επιστρέφει στην Ελευσίνα αφού είχε ελευθερώσει όλη την Στερεά Ελλάδα, εκτός του Μεσολογγίου, της Βόνιτσας και της Ναυπάκτου.

Στις αρχές του Απριλίου του 1827 προσήλθαν οι διορισμένοι από την Συνέλευση της Τροιζήνας (Κυβέρνηση), «στόλαρχος πασών των ναυτικών δυνάμεων», Κόχραν μαζί με τον Τσορτς, «διευθυντή χερσαίων δυνάμεων» προκειμένου να συνδράμουν τον Αγώνα. Με τους δύο αυτούς αμφιλεγόμενους ξένους ο Καραϊσκάκης βαθμιαία περιήλθε σε έριδες τόσο για την τακτική του πολέμου, όσο και κατά την οργάνωση για την κατά μέτωπο επίθεση. Οι διορισμοί των ξένων εκείνων προσώπων υπήρξαν αναμφίβολα το μοιραίο σφάλμα που ανέτρεψε την βέβαια έκβαση του Αγώνα. Και τούτο διότι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τακτικές οργανωμένου στρατού αγνοώντας τις τακτικές των Ελλήνων, την ψυχολογία τους, αλλά και τις μορφολογικές δυνατότητες της περιοχής

Το απόγευμα της 22ας Απριλίου ακούστηκαν πυροβολισμοί από ένα κρητικό οχύρωμα. Ο Καραϊσκάκης, παρότι άρρωστος βαριά, έφτασε στον τόπο της συμπλοκής. Εκεί μια σφαίρα τον τραυμάτισε θανάσιμα στο υπογάστριο Την επομένη στις 23 Απριλίου 1827 ο αρχιστράτηγος Γεώργιος Καραϊσκάκης υπέκυψε στο θανατηφόρο τραύμα του.

Ο Δημήτριος Ανιάν, γραμματέας του Καραϊσκάκη που έγραψε την αυτοβιογραφία του το 1833, αναφέρει απλά τον τραυματισμό του αρχιστράτηγου και ότι ο Καραϊσκάκης πριν πεθάνει εμπιστεύτηκε στους Χατζηπέτρο και Γρίβα ότι «επληγώθη από το μέρος των Ελλήνων, ότι εγνώριζεν τον αίτιον και ότι, αν ήθελε ζήση, ήθελε τον κάμει γνωστόν και εις το στρατόπεδον».

Από τα απομνημονεύματα του Κύπριου αγωνιστή, που πολέμησε ο ίδιος δίπλα στον Καραϊσκάκη, Ιωάννη Σταυριανού, «Πραγματεία των περιπετειών του βίου μου και συλλογή διαφόρων αντικειμένων αγνώστων εν τη Ελληνική Ιστορία» μαθαίνουμε:

….Περί του υπαρκτού της δολοφονίας του Καραΐσκου τον ερώτησαν να τους ειπεί εμπιστευτικώς πόθεν εβαρέθη, ο Καραΐσκος τους απήντησεν ότι αν ζήσει γνωρίζει ποίος τον εκτύπησεν, ειδεμή ας του κλάσουν τον μπούτζον…».


Διαβάστε περισσότερα: http://www.pare-dose.net/?p=2832#ixzz0icwkjMTH


...Πρωταγωνιστές...

Αλή Πασάς (1744 - 25 Ιανουαρίου 1822)

Σημαντικότατος αντιπερισπασμός για τους Έλληνες τότε ήταν η ανταρσία του Αλή Πασά, που έκανε κι αυτούς ακόμα τους Σουλιώτες να επιστρέψουν και να συμμαχήσουν με τον πρώην διώκτη τους, κατά της Αυτοκρατορίας

Στη φρουρά του Αλή και στη στρατιωτική σχολή που ο ίδιος ίδρυσε εκπαιδεύτηκαν κάποιοι από τους σημαντικότερους πολεμιστές της Επανάστασης του 1821. Μερικοί από αυτούς ήταν ο Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Γρίβας, ο Λάμπρος Βέικος, ο Πανουργιάς, ο Γεώργιος Bαρνακιώτης. Επίσης άλλοι σπούδασαν στις περίφημες σχολές των Ιωαννίνων με την βοήθεια του (Σαλώνων Ησαΐας). Είναι άξιο αναφοράς ότι στο παλάτι του Αλή πασά είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί Έλληνες λόγιοι και επιστήμονες όπως ο προσωπικός του γιατρός Γ.Σακελλάριος, ο Ιωάννης Κωλέττης, ο δάσκαλος Καλογεράς, ο Αθανάσιος Ψαλίδας, ο Μπαλάνος Βασιλόπουλος, ο Ιωάννης Βηλαράς κ.α. ενώ τα Ελληνικά ήταν η επίσημη γλώσσα της αυλής του. Έλληνες ήταν και οι διαχειριστές της περιουσίας και των οικονομικών του κράτους του (Μάνθος Οικονόμου, Αλέξιος Νούτσος, Ιωάννης Σταύρου, Αθανάσιος Λιδωρίκης). Άλλος Έλληνας που λάμβανε τον πλήρη σεβασμό του Αλή Πασά ήταν ο Κοσμάς ο Αιτωλός ενώ αξίζει να σημειωθεί πως τα δυο άτομα που βρίσκονταν στο πλευρό του πασά στις τελευταίες του στιγμές ήταν ο Θανάσης Βάγιας, που ήταν το δεξί του χέρι καθώς και η τελευταία του σύζυγος Κυρά Βασιλική.

Και να θυμίσουμε την μάταιη προσπάθεια του για την σωτηρία του Ρήγα.

Με λίγα λόγια, κάτι δεν πάει καλά με όσα διδασκόμαστε για τον Αλή Πασά.


...και εχθροί.

Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄

Τι να πούμε γι αυτόν;

Πίστευε ότι κάτι με την συνεργασία του Φαναριού, κάτι με την στρατιωτική υπεροχή, θα τον πέρναγε τον κάβο.

Αλλά δεν του ‘κατσε.

Γι αυτό ξεπάστρεψε τον Γρηγόρη-ο , κυνήγησε τους Κιουταχή και Βρυώνη, αλλά … «επί των ημερών του» άρχισε η διάλυση.